Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2011


Τ΄ΑΗ- ΓΙΑΝΝΙΟΥ ΤΑ “ ΒΡΙΣΚΟΥΜΕΝΑ”...

Κάθε χρόνο ,στις 29 Αυγούστου, στη χάρη του Αη- Γιαννιού του Προδρόμου ,κάτω από τους δρυς, στην αυλή του ξωκλησιού ,οι πιστοί περιμένουν να γευτούν τα νηστίσιμα φαγητά του αγίου.Το ξωκλήσι , ένας απλός αλλά ευλαβικός ναϊσκος που χτίστηκε το 1838, είναι σκαρφαλωμένο πάνω από το χωριό Νεοχωράκι – Δυτ. Φθιώτιδας, 20 λεπτά με το αυτοκίνητο.

Την παραμονή της γιορτής οι πιστοί που έχουν αναλάβει την ετοιμασία των φαγητών ψωνίζουν τα απαραίτητα υλικά και το μεσημέρι ανεβαίνουν στο “σπίτι” του αγίου για την περοετοιμασία του γεύματος και τo στολισμό της εκκλησίας.Το πατροπαράδοτο διατροφικό τυπικό περιλαμβάνει φασολάδα και ρύζι, με σάλτσα από μπόλικα κρεμμύδια και φρέσκια ντομάτα....

Καθώς ανεβαίνουμε το αυτοκίνητο αγκομαχεί στον κακατράχαλο δρόμο αλλά οι κατάφυτες, από δρυς και κέδρους, πλαγιές, μας αποζημιώνουν με το παραπάνω.Μόλις φτάνουμε ανοίγουμε την εκκλησία και προσκηνούμε την παλιά, σαρακοφαγωμένη εικόνα του αγίου. Μετά τον ευλαβικο χαιρετισμό και την έκδηλη ικανοποίηση της νοσταλγίας που προκάλεσε η ολόχρονη απουσία από το άγιο αυτό μέρος , οι πιστοί αποσύρονται στην αποθηκούλα για να οργανώσουν το μαγείρεμα. Η πρώτη τους δουλειά είναι να φρεσκάρουν τα καζάνια και τα άλλα μαγειρικά σκευη. Στο χώρο που έμεινε κλειστός για ένα ολόκληρο χρόνο βρήκαν καταφύγιο διάφορα ζουζούνια που δολοφονούνται ,χωρίς σημάδια οίκτου ,με μια φυσικότητα σοκαριστική!Αφού πλυθούν τα καζάνια και οι κουτάλες, καθαρίζονται και τρίβονται τα κρεμμύδια. Και τι παράξενο...τα ματια άκλαφτα....λες κι έγινε μια συνήθεια στο πέρασμα των χρόνων.... Μόλις τα είκοσι κιλά κρεμμύδια είναι έτοιμα, καθαρίζουν και πλένουν τα φασόλια που μπαίνουν σε δυο καζάνια μαζί με το κρεμμύδι, τα καρότα και το σέλινο. Από την ώρα που θα βράσουν χρειάζονται 2 ώρες να χυλώσουν σε σιγανή φωτιά. Μοσχομυρίζει ο τόπος! Η μυρωδιά του φαγητού και του καθαρού αέρα παντρεύονται- τελετουργία ολόκληρη συνοδευόμενη με σχόλια για τη ζωή του αγίου και τον παλιο καλό καιρό που στηνόταν ολόκληρο πανηγύρι...Κι όλη αυτή η νοσταλγία για το παρελθόν δίνει τη θέση της στην αγωνία για το μέλλον... “ θα βρεθούν άραγε κάποιοι να συνεχίσουν το έθιμο;”...Στη συνέχεια βράζουν το ρύζι και δένουν τη σάλτσα. Καταγράφουν στο μυαλό τους τα πράγματα που θα χρειαστούν την επόμενη γιορτινή μέρα και μοιράζουν τις δουλειές.

Έφτασε πια τέσσερις το απόγευμα και το καφεδάκι είναι απαραίτητο για την τόνωση μας. Η ευωδιά του σκορπίζεται στον αέρα και διώχνει τον κάματο από τα μέλη ,γαληνεύει το μυαλό και τα μάτια ταξιδεύουν ανάμεσα στις φυλλωσιες πέρα, μακριά στα κεραμοσκέπαστα σπίτια της Μερκάδας.Ο ναός, λιτός με ελάχιστες καινούριες εικόνες και καμιά δεκαριά παλιές με τα σημάδια του χρόνου- κι αυτό το σαράκι δε σεβάστηκε τους άγιους τούτους και σημάδεψε τα πρόσωπα και τα ιμάτια τους!Η εικόνα του αγίου στολίζεται ευλαβικά με φρέσκα λουλούδια και τα καντήλια καθαρίζονται και γεμίζουν ελαιόλαδο, μπαίνουν τα φυτιλάκια έτοιμα να λάμψουν στην αυριανή λειτουργία! Στρώνονται τα τραπεζομάντηλα και καθαρίζονται από τα παλιωμένα κεριά οι κηροστάτες.

Τα κεριά, το λιβάνι ,το κουτί για τα κέρματα βρίσκουν τη θέση τους. Η εικόνα μένει έξω από την εκκλησία έτοιμη να δεχτεί τις προσευχές και τις ευχαριστίες των πιστών.

Το ηλιοβασίλεμα συμπληρώνει τη μαγεία αυτής της προετοιμασίας. Η φασολάδα είναι έτοιμη να κατέβει από τη φωτιά οι μάγειρες δοκιμάζουν ξανά και ξανά. Θέλουν να είναι εύγευστο το φαϊ του αγίου τους. να ΄ναι ευχαριστημένος κι αυτός και όσοι έρθουν να τον τιμήσουν αύριο.

Ομως αν και το ρολόι δείχνει 10 00μ.μ. δε θα αφήσουν τον άγιο μόνο του από τώρα. Ετοιμάζουν ένα λιτό και πρόχειρο δείπνο: κρασί και στεγνό φαγητό - “δεν είναι ώρα να λερώνουμε πιρούνια και κουτάλια ...τα χρειαζόμαστε αύριο... και το νερό για τη λάτρα κοντεύει να τελειώσει” τονιζει η κυρία Μέλπω.Σιγά -σιγα μυαλό και κορμί χαλαρώνουν “όλα πήγαν καλά” και πιάνουν το τραγούδι -ήσυχο, μελωδικό - δώρο στον άγιο και στο φεγγάρι που ταξιδεύει στον ουρανό.Νύχτωσε για τα καλά, ώρα για την επιστροφή. Δεν έμειναν και πολλές ώρες ύπνου... “στις 5 τα χαράματα πρέπει να ξεκινήσουμε για τη μεγάλη μέρα”.Η νύχτα κυλάει μαγευτική στο Νεοχωράκι. Τα βλέφαρά μας κλείνουν με το νανούρισμα του Σπερχειού και τους ήχους που έρχονται από τις φυλλωσιές των δέντρων.

Η μέρα ανοίγοντας τα μάτια της μάς βρίσκει έξω από την εκλησία ντυμένους γιορτινά. Ο ιερέας άρχίζει το τελετουργικό. Οι πιστοί ανεβαίνουν το βουνό , μπαίνουν στο χώρο της εκκλησίας και αφού κρεμάσουν τις σακούλες με τα φαγητοδοχεία στα δέντρα ανάβουν το κερί τους στον άγιο και παρακολουθούν τη θεία λειτουργία . Καθώς ο ιερέας ευλογεί τους άρτους, οι υπεύθυνοι του σερβιρίσματος πηγαίνουν στις θέσεις τους. Οι πιστοί με το “αμήν” του παππούλη, παίρνουν στα χέρια τους τα δοχεία και περιμένουν στην ουρά για να τα γεμίσουν με το φαϊ του Προδρόμου. Οι περισσότεροι κλείνουν ερμητικά τα δοχεία ευχαριστούν τον άγιο και φεύγουν για τα σπίτια τους. Θα φάνε με άνεση και ίσως με περισσότερη ποικιλία.Οι ελάχιστοι που μένουν για να τηρήσουν εξ' ολοκλήρου το έθιμο, στρώνουν τα τραπέζια στον προαύλιο χώρο και συμπληρώνουν τη φασολάδα με καυτερή πιπεριά, κρασί και ελιές. Η πιο συγκινητική στιγμή είναι εκείνη που ξεκινά το τραγούδι με το στόμα και την ανεπαισθητη συνοδεία του κλαρίνου .Ο άγιος ευφραίνεται γεύσεις και ακούσματα. Οι πιστοί του ξέρουν ακόμη να τον συντροφεύουν με ευγνωμοσύνη και αγάπη.

Το γεύμα, αυτή η θαυμαστή τελετουργία ,έφτασε στο τέλος της. Οι πιστοί χαιρετούν τον αγιο και τους διοργανωτες και κατηφόριζουν ευχαριστημένοι.Μερικοί μένουν πίσω για να πλύνουν τα καζάνια. Φορούν τα προχειρα ρούχα, δουλεύουν και ταυτόχρονα κάνουν τον απόλογισμό της μέρας.“'Ολοι έμειναν ευχαριστημένοι, σερβίραμε πολύ γρήγορα!” λέει ικανοποιημένος ο κύριος Δημήτρης . “Περισσότεροι είμαστε φέτος ,ήρθαν και ξένοι από άλλα χωριά ...”απαντάει με περηφάνια ο κύριος Τάσσος.

Τα καζάνια μπαίνουν στα ράφια “του χρονου πάλι με το καλό” μονολογεί η κυρία Ρίτα.Ασπαζόμαστε την εικόνα του ευλαβικά και σιωπηρά ,γεμάτοι ευγνωμοσύνη. Αγκαλιαζόμαστε μεταξύ μας και ευχαριστούμε ο ένας τον άλλο . Η συγκίνηση κάνει τα μάτια μας να γεμίζουν δάκρυα και μεις δεν τα εμποδίζουμε να τρέξουν και να στεγνώσουν πάνω στα μάγουλά μας.

Τραγουδώντας “ήρθε ο καιρός να φύγουμε...” επιβιβαζόμαστε στα αυτοκίνητα για το γυρισμό, αφήνοντας πίσω μας ένα κομμάτι της ψυχής μας προσφορά στην αυθεντική φιλοξενία του αγίου, που μας φίλεψε το βρισκούμενο...





















Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2011

Ο Μπαρουτόμυλος στο Μαυρίλο (δυτική Φθιώτιδα)














Στη δυτική άκρη της Φθιώτιδας, εκεί όπου κυριαρχεί ο υψικόρυφος Τυμφρηστός και κάτω από την κορυφή που έχει το όνομα κουμπί, είναι χτισμένο το πανέμορφο Μαυρίλο, προικισμένο από τη φύση και τιμημένο από την ιστορία. Το Μαυρίλο στα δύσκολα χρόνια της τουρκοκρατίας, κεφαλοχώρι τότε, βρέθηκε στο επίκεντρο της προετοιμασίας του απελευθερωτικού αγώνα . Σε τούτο το απόμερο μέρος δουλευόταν η μπαρούτη, η πρώτη ύλη των ντουφεκιών της κλεφτουριάς. Στις ποταμιές του Μαυρίλου γύριζαν οι μπαρουτόμυλοι, αυτά τα αυτοσχέδια εργαστήρια της φωτιάς .
Το κτίριο του μπαρουτόμυλου ήταν λιθόκτιστο, σε κατηφορικό έδαφος πλάι στο ρέμα για να εκμεταλλεύονται την υψομετρική διαφορά της πτώσης του νερού. Δίπλα σε μερικούς μπαρουτόμυλους λειτουργούσε αλευρόμυλος ή μαντάνι.
Ο μπαρουτόμυλος λειτουργούσε όπως και ο νερόμυλος, διέφερε όμως στο ότι η φτερωτή του δε γύριζε τη  μυλόπετρα, αλλά το αδράχτι, ένα τετράγωνο μακρύ ξύλο, τοποθετημένο σε οριζόντια θέση.Το νερό τπυ ρέματος διοχετευόταν με αυλάκι σε μια κανάλι και έπεφτε με δύναμη στην κάδη που απέληγε σε πρόσθετο σιφούνι . Έτσι γέμιζαν τα στόματα της φτερωτής κι εκείνη περιστρεφόταν με ταχύτητα.Ταυτόχρονα περιστρεφόταν και το αδράχτι , στον άξονα του οποίου  ήταν προσαρμοσμένα 5-6 έκκεντρα ξύλα (απαλαϊστρες).Πίσω από το αδράχτι και απέναντι ακριβώς από κάθε απαλαϊστρα υψωνόταν κατακόρυφα, προσαρμοσμένο με μεταλλικούς συνδέσμους ( θηλιές) σε δοκάρι της στέγης , ένα μακρόστενο συνήθως δρύινο ξύλο που ονομαζόταν παλικάρι. Στο ύψος που απέληγε η κάθε απαλαϊστρα , είχε και το παλικάρι μια όμοια, το τουμάκι. Κατά την περιστροφή του αδραχτιού χτυπούσε η απαλαϊστρα το τουμάκι από κάτω το ανέβαζε ψηλά και μετά το άφηνε να πέσει κάτω.
΄¨ετσι τα παλικάρια ανεβοκατέβαιναν ρυθμικά. Κάτω ακριβώς από κάθε παλικάρι υπήρχε πακτωμένη στο έδαφος μια ξύλινη - κάποτε λίθινη ή μαρμάρινη κατασκευή όμοια με γουδί , η τσούμα. Στο εσωτερικό της τοποθετούνταν τα υλικά της μπαρούτης.
Η μαυριλιώτικη μπαρούτη περιείχε 12,5% θειάφι, 12,5% ξυλοκάρβουνο, 75% νιτρικό κάλιο (τζερβιτζιλέ) και ανάλογο νερό.
Η προετοιμασία του μείγματος απαιτούσε μεγάλη προσοχή και δεξιοτεχνία.Λαμβάνονταν μέτρα ασφαλείας αλλά τα ατυχήματα ήταν συχνά.
Η λειτουργεία του μπαρουτόμυλου έθετε σε κίνηση το κάθε παλικάρι, που σηκώνονταν και έπεφτε με δύναμη μέσα στην τσούμα, κονιορτοποιώντας τα υλικά.
¨ομως με τα αλλεπάλληλα διαδοχικά χτυπήματα η μπαρούτη ( πολτός) κολλούσε στα τοιχώματα της τσούμας. Επομένως , ο πολτός ανακατευόταν κάθε 5-6 [ωρες με ένα ξύλινο εργαλείο , το ματικάπι.
Στη συνέχεια αναμίγνυαν τα μίγματα απ' όλες τις γούβες, για να μην ξεχωρίζουν μεταξύ τους.
Μετά το τελευταίο ανακάτεμα (μπιχτάρισμα), το μείγμα έπρεπε να έχει τη μορφή παχύρευστης μάζας (διαδικασία 24 ωρών). Τότε το έβγαζαν από την τσούμα ( ξεχαβάνισμα) και το έκοβαν σε κομμάτια με τα χέρια και το άπλωναν σε ειδικά μπαρουτόπανα να στεγνώσει. Μετά από δυο μέρες έτριβαν τη μπαρούτη μέσα σε ένα κόσκινο μέχρι να γίνει ψιλή σαν άμμος.
Στο τέλος αναμίγνυαν τη μπαρούτη με γραφίτη μέσα σ' ένα ξύλινο βαρέλι, που συνδεόταν με το αδράχτι και περιστρεφόταν για 3-5 ώρες μέχρι η μπαρούτη να πάρει γυαλιστερή μορφή που την προστάτευε από την υγρασία και ήταν έτοιμη για το εμπόριο.
Η ποιότητα της μπαρούτης δοκιμαζόταν ρίχνοντας μια μικρή ποσότητα πάνω σ' ένα χαρτί το οποίο πλησίαζαν σε ένα αναμμένο κάρβουνο. η καλής ποιότητας μπαρούτη έπρεπε να εκραγεί αμέσως, χωρίς να κάψει το χαρτί και χωρίς ν' αφήσει αιθάλη. Κατόπιν συσκεύαζαν τη μπαρούτη σε ξύλινα βαρέλια ή αδιάβροχα ( κερωμένα ) σακιά από μαλλί τράγου.

πηγές:   έντυπο του πρώην ΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ- Δ.Δ. ΜΑΥΡΙΛΟΥ
                         " Το εργαστήρι της φωτιάς" του Χ. Μηχιώτη, εκδόσεις ΚΑΣΤΑΛΙΑ
http://www.youtube.com/watch?v=Z0VIjnYv11Q